Διαταραχές κιρκάδιου ρυθμού

Κιρκαδιανός ρυθμός (βιολογικό ρολόι)
Σε όλους του ζωντανούς οργανισμούς (άνθρωποι, ζώα, φυτά, μικροοργανισμοί) πολλές βιολογικές λειτουργίες παρουσιάζουν έντονη διακύμανση κατά τη διάρκεια του 24ώρου. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται κιρκάδια λειτουργία και ρυθμίζεται από τον υποθάλαμο του εγκεφάλου όπου και βρίσκεται το βιολογικό ρολόι του οργανισμού. Ο όρος κιρκαδιανός προέρχεται από τις λατινικές λέξεις «circa» που σημαίνει «περίπου» και το «diem» που σημαίνει «μέρα». Οι κιρκαδιανοί ρυθμοί ρυθμίζουν σημαντικές βιολογικές λειτουργίες όπως:

  • Tον κύκλο ύπνου-εγρήγορσης, με τον ύπνο να συμβαίνει κατά τη διάρκεια της νύχτας και την εγρήγορση την ημέρα.
  • Τη θερμοκρασία του σώματος, όπου οι υψηλότερες τιμές παρατηρούνται γύρω στις 19:00 το απόγευμα και οι χαμηλότερες στις 04:30 τη νύχτα
  • Την έκκριση ορμονών, όπως η αυξητική ορμόνη, η θυρεοειδική ορμόνη, η κορτιζόλη, η μελατονίνη κ.α. Για παράδειγμα, η μέγιστη συγκέντρωση της κορτιζόλης παρατηρείται γύρω στις 07:00 το πρωί ενώ τα επίπεδά της στο αίμα φτάνουν στη χαμηλότερη συγκέντρωση γύρω στα μεσάνυχτα και αρχίζουν πάλι να ανεβαίνουν γύρω στις 04:00 το πρωί.

Ένας φυσιολογικός κιρκαδιανός ρυθμός ύπνου – εγρήγορσης επιτρέπει την εγρήγορση και την καλή σωματική και νοητική λειτουργικότητα του ατόμου κατά τη διάρκεια της ημέρας και την ανάγκη για ανάπαυση και ύπνο κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Όταν ο κιρκαδιανός ρυθμός απορρυθμιστεί, τότε μεταβάλλεται η χρονική τοποθέτηση του ύπνου εντός του 24ωρου και αυτό συχνά οδηγεί σε αδυναμία του ατόμου να ανταπεξέλθει σε επαγγελματικές – εκπαιδευτικές υποχρεώσεις, αλλά και σε βράχυνση του χρόνου ύπνου με συνέπεια υπνηλία, κόπωση, κακή συγκέντρωση την ημέρα.

Διαταραχές του κιρκαδιανού ρυθμού
Οι διαταραχές κιρκαδιανού ρυθμού είναι συχνές και ποικίλες. Το άτομο που παρουσιάζει μια τέτοια διαταραχή μπορεί να κοιμάται πολύ πιο αργά από την συνήθη για τον γενικό πληθυσμό ώρα ή πολύ πιο νωρίς ή να μην υπάρχει συγκεκριμένο ωράριο ύπνου. Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα αίσθημα αϋπνίας ή ανεπαρκή χρονικά ύπνο.

Διακρίνονται σε επτά κατηγορίες :

  1. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης καθυστερημένης φάσης (συνήθως αφορά έφηβους και νεαρούς ενήλικες)
  2. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης πρώιμης φάσης (ηλικιωμένοι – υπερήλικες)
  3. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης ακανόνιστου ρυθμού (ηλικιωμένοι με νευροεκφυλιστικά νοσήματα, παιδιά με αναπτυξιακές διαταραχές)
  4. Διαταραχή απουσίας του 24ωρου ρυθμού ύπνου-εγρήγορσης (τυφλοί)
  5. Διαταραχή εναλλασσόμενου ωραρίου εργασίας
  6. Διαταραχή από μεταβολή χρονοζώνης (jet lag)
  7. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης κιρκάδιου ρυθμού που δεν εντάσσεται σε κάποια κατηγορία (NOS- not otherwise specified).

1. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης καθυστερημένης φάσης (delayed sleep phase time)
Αποτελεί τη συχνότερη διαταραχή κιρκαδιανού ρυθμού. Συναντάται συχνότερα σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες.
Χαρακτηρίζεται από επίμονη καθυστέρηση στην έναρξη του ύπνου (συνήθως μετά τις 2πμ) και στην αφύπνιση σε σύγκριση με τον κοινωνικά αποδεκτό κανόνα σε συνδυασμό με αυξημένη εγρήγορση τις βραδινές ώρες. Τα άτομα αυτά παραπονιούνται ότι δεν τα παίρνει ο ύπνος μέχρι αργά (συνήθως 2πμ-6πμ) και κοιμούνται αντίστοιχα περισσότερο κατά τη διάρκεια της ημέρας. Επίσης, αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρωινής αφύπνισης και εμφάνιση υπνηλίας ή/και μειωμένη προσοχή στο σχολείο ή την εργασία. Αν παρόλα αυτά τους επιτραπεί να κοιμηθούν τις ώρες που τους υπαγορεύει το βιολογικό τους ρολόι τότε ξυπνάνε από μόνα τους χωρίς να παρουσιάζουν υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η διαταραχή συνήθως σχετίζεται με τον τρόπο ζωής που επιλέγει το άτομο (ενασχόληση με ηλεκτρονικά μέσα το βράδυ, προτίμηση να διασκεδάζει, να διαβάζει ή να γυμνάζεται αργά τη νύκτα κλπ) για αυτό αφορά κυρίως εφήβους και νεαρούς ενήλικες που επιλέγουν ανάλογο τρόπο ζωής.

2. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης πρώιμης φάσης (Advanced sleep phase disorder)
Συναντάται συχνότερα στους ηλικιωμένους και στους υπερήλικες.
Χαρακτηρίζεται από μια σταθερή μετατόπιση του βραδινού ύπνου πολύ νωρίτερα σε σχέση με τον επιθυμητό ή συμβατικό χρόνο ύπνου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια σημαντική αδυναμία καθυστέρησης του χρόνου ύπνου και πρώιμη πρωινή αφύπνιση, αρκετές ώρες νωρίτερα από το επιθυμητό. Τα άτομα αυτά κοιμούνται συνήθως στις 6-9μμ ενώ τους είναι εξαιρετικά δύσκολο να παραμείνουν ξύπνιοι μετά τις 9μμ. Ο συνήθης χρόνος αφύπνισης είναι 2-5πμ. Συνήθως δυσανασχετούν για την τόσο πρωινή αφύπνιση (συχνά το αναφέρουν ως αϋπνία διατήρησης και αδυναμίας συνέχισης του ύπνου τους) και έντονη απογευματινή υπνηλία. Αν τους επιτραπεί να κοιμηθούν τις ώρες που τους υπαγορεύει το βιολογικό τους ρολόι η ποιότητα και η ποσότητα του ύπνου βελτιώνονται.

3. Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης ακανόνιστου ρυθμού
Πρόκειται για σχετικά σπάνια κατάσταση. Χαρακτηρίζεται από έλλειψη σαφώς καθορισμένου κιρκαδιανού ρυθμού ύπνου – εγρήγορσης. Ο ύπνος και η εγρήγορση είναι προσωρινά αποδιοργανωμένα και έτσι τα διαστήματα ύπνου και εγρήγορσης ποικίλλουν καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου των 24 ωρών. Παρόλα αυτά ο συνολικός χρόνος ύπνου είναι φυσιολογικός. Παρατηρείται συχνότερα σε ηλικιωμένους με νευροεκφυλιστικά νοσήματα, σε παιδιά με αναπτυξιακές διαταραχές, και σε βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.

Τα άτομα με αυτή τη διαταραχή έχουν συμπτώματα αϋπνίας και έντονης υπνηλίας ανά διαστήματα μέσα στο 24ωρο.

4. Διαταραχή απουσίας του 24ωρου ρυθμού ύπνου-εγρήγορσης (Non-24-hour sleep-wake disorder)
Χαρακτηρίζεται από περιόδους ύπνου και εγρήγορσης και από συμπτώματα όπως αϋπνία ή έντονη υπνηλία τα οποία συμβαίνουν επειδή ο κιρκαδιανός βηματοδότης δεν παρασύρεται από τον κύκλο φως-σκοτάδι του 24ώρου. Επειδή το φως είναι το ισχυρότερο εξωγενές ερέθισμα που συμβάλλει στη ρύθμιση του βιολογικού ρολογιού, οι περισσότεροι ασθενείς με αυτή τη διαταραχή είναι τυφλοί ή έχουν διαταραγμένη αντίληψη του φωτός. Η μη 24ωρη περίοδος μπορεί να είναι μικρότερη ή συνηθέστερα μεγαλύτερη από 24 ώρες με συνέπεια η έναρξη του ύπνου να μεταβάλλεται συνέχεια προς την ίδια κατεύθυνση (πχ να μεταφέρεται σταδιακά όλο και πιο αργά).

5. Διαταραχή εναλλασσόμενου ωραρίου εργασίας (Shift work sleep disorder)
Χαρακτηρίζεται από εμφάνιση αϋπνίας ή έντονης υπνηλίας σε συνδυασμό με ώρες εργασίας που έχουν προγραμματιστεί την ώρα που κανονικά το άτομο θα κοιμόταν.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι βαρδιών όπως απογευματινές, νυχτερινές, πρωινές και εναλλασσόμενες βάρδιες. Η διαταραχή του ύπνου αναφέρεται συχνότερα στο συνδυασμό βραδινές και πρωινές βάρδιες. Ο συνολικός χρόνος ύπνου μειώνεται και η ποιότητα του δεν είναι ικανοποιητική. Άλλα αναφερόμενα συμπτώματα είναι η κόπωση, η μείωση της αποδοτικότητας (ιδίως τις πρώτες πρωινές ώρες 3-5πμ), η μείωση της φυσικής και διανοητικής λειτουργικότητας και των διαφόρων δεξιοτήτων. Αποτέλεσμα αυτών η αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος.

Η διαταραχή του ύπνου εμφανίζεται παρά τις προσπάθειες βελτιστοποίησης των περιβαλλοντικών συνθηκών για τον ύπνο. Η κατάσταση συνήθως παραμένει μόνο για τη διάρκεια του προγράμματος εργασίας σε βάρδιες. Ωστόσο σε ορισμένα άτομα η διαταραχή του ύπνου μπορεί να παραμείνει ακόμα και εάν η εργασία σε βάρδιες μειωθεί ή σταματήσει.

6. Διαταραχή από μεταβολή χρονοζώνης (jet lag)
Χαρακτηρίζεται από μια προσωρινή λανθασμένη αναντιστοιχία μεταξύ του χρόνου ύπνου που οδηγείται από το κιρκαδιανό ρολόι και του επιθυμητού χρόνου ύπνου στη νέα ζώνη ώρας.

Τα άτομα παραπονιούνται για διαταραγμένο ύπνο (δυσκολία στην έναρξη ή τη συντήρηση του ύπνου), υπερβολική υπνηλία, ελάττωση του υποκειμενικού αισθήματος εγρήγορσης και απόδοσης κατά τη διάρκεια της ημέρας ή αϋπνία κατά τη διάρκεια της νύκτας. Επίσης αναφέρουν διαταραχές από το γαστρεντερικό. Η σοβαρότητα και η διάρκεια των συμπτωμάτων εξαρτάται από τον αριθμό των ζωνών ώρας που διανύθηκαν, από την ικανότητα ύπνου κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, την ανοχή στην κιρκαδιανή λανθασμένη ευθυγράμμιση και την κατεύθυνση του ταξιδιού. Τα συμπτώματα είναι εντονότερα στις πτήσεις προς ανατολάς και όταν διασχίζονται περισσότερες ζώνες (>2-3 ζώνες).

Για τη διάγνωση των διαταραχών του κιρκάδιου ρυθμού απαιτούνται η λήψη ενός καλού ιστορικού, ημερολόγιο ύπνου ή κινησιογραφία (actigraphy).

Δείτε επίσης